Εδώ και χρόνια βασικό χαρακτηριστικό της πολιτικής που διέπει τα δρώμενα στην εκπαίδευση είναι οι πολλαπλές και άστοχες θεσμικές παρεμβάσεις χωρίς μελέτη και μακροπρόθεσμο προγραμματισμό. Παράλληλα αναπτύχθηκε μια σειρά φαινομένων που ευνόησαν τη διαφθορά και τη διαπλοκή σε όλα τα επίπεδα, σήμερα η γενική διαπίστωση είναι ότι η εικόνα είναι τραγική, νόμοι που ψηφίζονται αποτυγχάνουν πριν εφαρμοστούν, ενώ το νομικό πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας της εκπαίδευσης είναι ένας περίπλοκος λαβύρινθος που σε αρκετές περιπτώσεις δεν εφαρμόζεται, χωρίς ουσιαστική κρίση, κάθε αξιοκρατικό κριτήριο έχει καταργηθεί. Επιπροσθέτως, τα ελεγκτικά σώματα και οι ανεξάρτητες αρχές μιλούν για «παράδειγμα» κακοδιοίκησης στην ελληνική δημόσια διοίκηση και κατηγορούν τη διοίκηση του ΥΠΕΠΘ για άρνηση συνεργασίας. Οι εκθέσεις αναφέρουν ότι δεν αναλαμβάνει ποτέ τις ευθύνες που έχει και κατά τη διεξαγωγή ερευνών δεν δείχνουν τον προσήκοντα σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα τρίτων και στους εξουσιοδοτημένους λειτουργούς.Από την άλλη πλευρά, το εκπαιδευτικό προσωπικό είναι σε μόνιμη κατάσταση διαμαρτυρίας, οι φοιτητές και οι μαθητές το ίδιο, πληρώνουν τα κακώς κείμενα. Οι πολιτικοί δείχνουν να μην μπορούν να αντιληφθούν την εκπαιδευτική πραγματικότητα και λειτουργούν με τη λογική της αποφυγής οποιουδήποτε κόστους για τα συμφέροντα, έτσι, υπουργοί πηγαινοέρχονται στο ΥΠΕΠΘ, η κατάσταση όμως παραμένει αμετάβλητη ή στην «καλύτερη» χειροτερεύει. Η κρίση όμως του εκπαιδευτικού συστήματος δεν είναι ανεξάρτητη από την γενικότερη κοινωνική εξέλιξη και η απαραίτητη αναβάθμιση των υφισταμένων δομών, αργεί. Αν τώρα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε κάποια προβλήματα βλέπουμε ότι, η αδυναμία αντιμετώπισης των προβλημάτων που έχουν οι εκπαιδευτικοί ως αναφορά τις αμοιβές και τους όρους εργασίας, δεδομένου και του οικονομικού κλίματος, οδηγεί σε αδυναμία αντιμετώπισης των εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών. Αν προσθέσουμε και το γεγονός ότι, υπό την επίδραση και πίεση ομάδων συμφερόντων και αντιλήψεων που διαστρεβλώνουν την εικόνα ο σχεδιασμός και η γενικότερη προετοιμασία σε κεντρικό επίπεδο δεν λαμβάνει υπόψη τις γενικότερες αλλά και τις ειδικές σε περιφερειακό επίπεδο εκπαιδευτικές ανάγκες, με αποτέλεσμα το σχολείο και το πανεπιστήμιο να απομονώνεται, μέσα σε αυτό το πλαίσιο η συμβολή τους στην πολιτιστική, κοινωνική και οικονομική ζωή του κάθε τόπου να είναι ελάχιστη. Από κι και πέρα βλέπουμε ότι ενώ στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και σε μεγάλη έκταση υπάρχει μια ενιαία θεωρία αντιμετώπισης των εκπαιδευτικών προβλημάτων με συγκεκριμένους στόχους, στις υπόλοιπες βαθμίδες υιοθετούν άλλο μοντέλο που κατά γενική ομολογία ενισχύει τις «εκπαιδευτικές ελίτ», δημιουργεί λανθάνουσα κοινωνική λειτουργία, ευνοεί την επέκταση της εκπαιδευτικής ανομοιογένειας, της πολυπλοκότητας- αντιφατικότητας και τα συμφέροντα σε όλα τα επίπεδα. Το ισχύον σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια και ο τρόπος επιλογής των εκπαιδευτικών ως φιλοσοφία και ως πράξη είναι χαρακτηριστικά αρνητικά παραδείγματα αυτού του προσανατολισμού. Η παραπάνω εκδοχή αλλά και οι δογματικοί τρόποι αντιμετώπισης των προβλημάτων έχουν δημιουργήσει σοβαρά λειτουργικά προβλήματα που την τελευταία περίοδο είναι ιδιαίτερα ορατά. Συνεπώς, διαπιστώνουμε ότι, μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει ενιαία και ολοκληρωμένη εκπαιδευτική θεωρία διαχείρισης με απλές και σαφείς κατευθύνσεις και επιλογές. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και την ιστορία που δείχνει ότι εάν μια κατάσταση με αρνητικές πλευρές δεν αλλάξει δημιουργεί νέα προβλήματα και επικρατεί το αίσθημα του άσκοπου με ότι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της εκπαιδευτικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Οι αρνητικές συνθήκες όπως είναι φυσικό έχουν αρνητικές συνέπειες, δημιουργούν κλίμα που εξαντλεί τις προσπάθειες σε αμέσους στόχους χωρίς προοπτική και στην πραγματικότητα καταργεί την ευρεία συμμετοχή στη συζήτηση για την αντιμετώπιση και ρύθμιση των προβλημάτων. Με άλλα λόγια, αν συνεχίσουν να υπάρχουν, οι ψυθιριστές , οι χαμαιλεοντικοί και τα προβλήματα αναπόφευκτα θα οδηγηθούμε σε πνευματική, κοινωνική και πολιτική παρακμή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου